Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2017

H Eλλαδα μέσω ενός μακροχρόνιου και φιλόδοξου κινεζικού σχεδίου που αποκαλείται “One Belt, One Road”.

Η “ΚΕΦΑΛΗ”  ΤΟΥ ΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΔΡΑΚΟΥ
Σε αντίθεση με αρκετές Δυτικές χώρες που υποσχέθηκαν άφθονες επενδύσεις στην δοκιμαζόμενη Ελλάδα αλλά τελικά πραγματοποίησαν λίγες, αλλά και τη Ρωσία που το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να πουλήσει φυσικό αέριο στη χώρα στέλνοντας ως “αντάλλαγμα” Ρώσους τουρίστες για να απολαύσουν τον ελληνικό ήλιο και τη θάλασσα, η Κίνα υποσχέθηκε λιγότερα και, αθόρυβα τις περισσότερες φορές, έπραξε περισσότερα. Τα τελευταία χρόνια οι κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα ξεπερνούν τα 7 δισεκατομμύρια ευρώ, αν συμπεριληφθούν υποδομές, ναυτιλία, ενέργεια και ακίνητα. “Το κεφάλι του κινεζικού δράκου” στην Ελλάδα είναι η παρουσία της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, καθ’ ομολογίαν του Κινέζου πρωθυπουργού Λι Κετσιάνγκ. Η Cosco, ανάμεσα στα άλλα, κατέχει πλέον και το 51% του λιμανιού του Πειραιά (ΟΛΠ), που εξελίσσεται ταχύτατα σε υπ' αριθμόν ένα εμπορικό λιμάνι της Μεσογείου, με προοπτικές μέσα στην επόμενη δεκαετία να καταστεί και το μεγαλύτερο διαμετακομιστικό λιμάνι της Ευρώπης, ξεπερνώντας ακόμη κι εκείνα του Ρότερνταμ και του Αμβούργου. Σε δεύτερη φάση προβλέπεται η μετατροπή του Πειραιά στο βασικότερο κέντρο για κρουαζιέρες στη Μεσόγειο, κατασκευάζοντας νέες προβλήτες που θα μπορούν να φιλοξενήσουν ακόμη και τα mega κρουαζιερόπλοια που ναυπηγούνται συνεχώς τα τελευταία χρόνια, με στόχο την διακίνηση τριών εκατομμυρίων επιβατών κρουαζιέρας το χρόνο.
Και αυτό είναι μόνον η αρχή.  Σύμφωνα με την έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, το ενδεχόμενο επέκτασης των κινεζικών επενδύσεων στον Πειραιά, με την αναβίωση και της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης στο Πέραμα και στην Ελευσίνα, θα δημιουργήσει επιπλέον 125.000 θέσεις εργασίας ως το τέλος του 2018 και το κέρδος για την ελληνική οικονομία θα φτάσει τα 5,1 δισ. Ευρώ το χρόνο.  
Εκτός από το λιμάνι του Πειραιά, το οποίο η Κίνα θέλει να καταστήσει κύρια πύλη εισόδου εμπορευμάτων από την Ασία προς τη ανατολική Μεσόγειο, τη βόρεια Αφρική, την κεντρική και ανατολική Ευρώπη, τα κινεζικά επενδυτικά σχέδια στην Ελλάδα απλώνονται και σε πολλούς άλλους τομείς. 
Για παράδειγμα η κινεζική εταιρεία ενέργειας State Grid, που αγόρασε το 24% του ΑΔΜΗΕ (δίκτυο διανομής ηλεκτρισμού) για 320 εκατ. ευρώ, δείχνει έντονο ενδιαφέρον σε τομείς όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα δίκτυα, καθώς και τη διασύνδεση των νησιών, ενώ συμμετέχει και στο EuroAsia Interconnector, στο υποθαλάσσιο καλώδιο που θα ενώνει ενεργειακά Κρήτη, Κύπρο, Ισραήλ, ένα project που η κινεζική πλευρά ενδιαφέρεται πολύ. 
Σε όλες τις ελληνο-κινεζικές συναντήσεις και στα οικονομικά forum πολλές κινεζικές εταιρείες έδειξαν έντονο ενδιαφέρον να επενδύσουν συντονισμένα στην Ελλάδα στους τομείς της ενέργειας, υποδομών, δικτύων και κατασκευών, της αγροτοδιατροφής, της υψηλής τεχνολογίας, αλλά και του χρηματοπιστωτικού τομέα και, φυσικά, στον τουρισμό. 
Εξάλλου από τον Μάιο του 2017 η Ελλάδα έγινε μέλος της Ασιατικής Τράπεζας Επενδύσεων με στόχο να προσελκύσει ακόμη περισσότερα επενδυτικά κεφάλαια.
Οι Κινέζοι ενδιαφέρονται πολύ και για τη σιδηροδρομική σύνδεση του Πειραιά και του λιμανιού της Θεσσαλονίκης με την Ευρώπη, μέσω των Βαλκανίων και την αναβάθμιση της σιδηροδρομικής σύνδεσης Αθήνας-Θεσσαλονίκης-Βελιγραδίου-Βουδαπέστης. Κάποιοι μιλούν ακόμη και για κινεζική χρηματοδότητηση στην -φαραωνικού ομολογουμένως τύπου- διάνοιξη του ποτάμιου καναλιού Αξιού/Βαρδάρη-Μοράβα συνδέοντας έτσι το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και την ανατολική Μεσόγειο γενικότερα με τον Δούναβη και την κεντρική Ευρώπη. 
Ειδικότερα για τη βόρεια Ελλάδα το κινεζικό επενδυτικό ενδιαφέρον αφορά τους κλάδους της αγροτοδιατροφής, των ορυκτών (έχει εκφραστεί ενδιαφέρον για τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ), της γούνας, του τουρισμού και εσχάτως του real estate, καθώς στελέχη μεγάλων κινεζικών εταιρειών διαχείρισης ακινήτων “χτενίζουν” το τελευταίο διάστημα την περιοχή της Θεσσαλονίκης και της Χαλκιδικής αναζητώντας “φιλέτα” και επενδυτικές ευκαιρίες. 
Δεν είναι τυχαίο μάλιστα που στην φετινή 82η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, που διεξήχθη από τις 9-17 Σεπτεμβρίου 2017, η Κίνα ήταν η τιμώμενη χώρα με 130 μεγάλες κινεζικές εταιρίες να έχουν δυναμική παρουσία στην Έκθεση, κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ με καμία άλλη ξένη χώρα, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας και των ΗΠΑ. 
Αυτή η στρατηγική των κινεζικών επενδύσεων στην Ελλάδα και κυρίως στη βόρεια Ελλάδα, δημιουργεί μία μεγάλη ευκαιρία για την ανάδειξη της χώρας και ειδικά της Θεσσαλονίκης σε κέντρο της Βαλκανικής για τη διακίνηση των κινεζικών προϊόντων στην Ευρώπη. «Απώτερος στόχος μας είναι, αφού γίνει το πρώτο πολύ καλό “τεστ” τον Σεπτέμβριο στην 82η ΔΕΘ, η εμπορική σχέση Ελλάδας-Κίνας, με ορμητήριο τη Θεσσαλονίκη, να αποκτήσει μονιμότερο χαρακτήρα», τόνισε ο υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στέργιος Πιτσιόρλας. 
Στο ίδιο πνεύμα, ο πρόεδρος της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ-Helexpo) Αναστάσιος Τζήκας ανέφερε ότι η ελληνική δημόσια εταιρεία διοργάνωσης εκθέσεων, που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, να γίνει το hub της προβολής και προώθησης των κινεζικών προϊόντων στα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Σημαντικότατη παρουσία έχουν εγκαθιδρύσει στην Ελλάδα η ZTE Corporation και η Huawei (δύο μεγάλοι κινεζικοί τηλεπικοινωνιακοί όμιλοι) που, εκτός από σημαντική εμπορική παρουσία, έχουν αναπτύξει και κέντρα διανομής στο πλαίσιο της διεθνούς εφοδιαστικής τους αλυσίδας στον Πειραιά. Αυτές οι δύο εταιρείες επιθυμούν να επενδύσουν με επίκεντρο την Ελλάδα στην ανάπτυξη ενός δικτύου υψηλών ταχυτήτων νέας γενιάς, γνωστών ως next-generation network (NGN), σε όλη την ευρύτερη περιοχή ώστε να υπάρχει καλύτερη τηλεπικοινωνιακή διασύνδεση Ασίας και Ευρώπης. Σημαντική παρουσία στην Ελλάδα έχει και η State Grid (δίκτυα, ενέργεια), ενώ η κινεζική CMEC έχει υπογράψει συμφωνία συνεργασίας με τη ΔΕΗ για την κατασκευή νέας τεχνολογίας θερμοηλεκτρικής λιγνιτικής μονάδας στην περιοχή της Φλώρινας ύψους ενός δισ. ευρώ. Πολύ σημαντική θεωρείται και η συμφωνία του ελληνικού ομίλου Κοπελούζου με την κινεζική Shenhua για επενδύσεις 3 δισ. ευρώ ειδικά πάνω στην “πράσινη ενέργεια” που είναι και το μέλλον.
Ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης του ηλεκτρονικού εμπορίου μεταξύ Ελλάδας και Κίνας έχει δρομολογήσει άλλωστε και η Alibaba, που θέλει να προσφέρει στους χρήστες της στην Κίνα αλλά και διεθνώς τη δυνατότητα αγοράς ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών μέσω της πλατφόρμας της και ήδη έχει ενεργοποιήσει πολλούς κωδικούς.
Ο κινεζικός όμιλος Fosun, που συμμετέχει ήδη στο εγχείρημα μετατροπής της περιοχής του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό σε ένα από τα μεγαλύτερα προγράμματα αξιοποίησης ακινήτων στην Ευρώπη (μια επένδυση που θα φτάσει όταν ολοκληρωθει συνολικά τα 10 δισ. ευρώ), στρέφει τώρα την προσοχή του στον ελληνικό τουρισμό. «Η Ελλάδα είναι πολύ ασφαλές μέρος για επισκέπτες. Η ελληνική οικονομία ανακάμπτει τώρα και μπορεί επίσης να προσφέρει πολύ καλές ευκαιρίες για ξένους επενδυτές, ειδικά στον τουριστικό τομέα», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Fosun, Τζιμ Τζιανόνγκ Τσιαν. 
Η Fosun, που προβλέπει πως τα επόμενα τρία χρόνια, χάρη και στην απευθείας αεροπορική σύνδεση Πεκίνου-Αθήνας (και μελλοντικά και της Σαγκάης), ο αριθμός των Κινέζων τουριστών στην Ελλάδα θα φθάσει το 1,5 εκατομμύριο και θα είναι κυρίως υψηλής εισοδηματικής τάξης, αναζητεί ευκαιρίες να επενδύσει σε τουριστικά ακίνητα και ξενοδοχεία σε κοσμοπολίτικές περιοχές της Ελλάδας και ειδικά στα νησιά και στην Κρήτη. Το κινεζικό ενδιαφέρον για την Κρήτη είναι γνωστό και αποδίδεται, πέραν της ελκυστικότητάς της ως τουριστικός προορισμός, στη μεγάλη προβολή που έλαβε το νησί κατά την εκκένωση χιλιάδων Κινέζων εργαζομένων από τη Λιβύη κατά την κατάρρευση του καθεστώτος Καντάφι το 2011 και τη φιλοξενία τους στην Κρήτη πριν επαναπροωθηθούν στην Κίνα.
Σημαντικό ενδιαφέρον έχουν δείξει αρκετοί Κινέζοι και για την απόκτηση μόνιμης άδειας παραμονής στην Ελλάδα (άρα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση), που ανανεώνεται αυτόματα κάθε 5 χρόνια, μέσω επένδυσης σε ακίνητα αξίας άνω των 250.000 ευρώ. Στο πρόγραμμα, που είναι γνωστό ως “Golden Visa” και το οποίο έχει αποδώσει συνολικά μέχρι σήμερα στην Ελλάδα περίπου 1 δισ. Ευρώ, οι Κινέζοι κατέχουν την πρώτη θέση με 701 άδειες. Η δυναμική προβλέπεται να συνεχιστεί λόγω και της αύξησης των κινεζικών επενδύσεων και δραστηριοτήτων στην χώρα με πάνω από 1.000 εύπορους Κινέζους να αποκτούν κάθε χρόνο την ελληνική “Golden Visa”, κάτι που ανάμεσα στα άλλα θα οδηγήσει και σε αύξηση των τιμών των σπιτιών στην Ελλάδα.
ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ;
Όλη αυτή η κινεζική επενδυτική απόβαση στην Ελλάδα, που έχει λάβει διαστάσεις “οικονομικής εισβολής”, δε θα γινόταν σε τέτοιο μέγεθος αν η Ελλάδα δεν ταίριαζε στις φιλοδοξίες της Κίνας να επεκταθεί οικονομικά, μέσω ενός νέου “υδάτινου Δρόμου του Μεταξιού”, πιο βαθιά στην Ευρώπη. Και δεν θα γινόταν αν η ίδια η Ελλάδα, οι ελληνικές επιχειρήσεις, οι εργαζόμενοι αλλά και οι απλοί Έλληνες πολίτες δεν είχαν άμεσο αλλά και μακροπρόθεσμο όφελος σε πολλά επίπεδα. Γι' αυτό και οι δύο πλευρές συχνά χαρακτηρίζουν τις όλο και πιο στενές σχέσεις τους “στρατηγικές”, με αμοιβαίο όφελος και σχέσεις “win win”, όπου κερδισμένοι βγαίνουν και οι δύο.
Όσοι αναρωτιούνται γιατί η Κίνα επέλεξε την Ελλάδα ως “στρατηγικό εταίρο” και κύρια βάση της για την οικονομική της διείσδυση στην Ευρώπη, στη Μεσόγειο και στη βόρεια Αφρική, καταρχάς θα πρέπει να ρίξουν μια ματιά στο χάρτη. Η Ελλάδα βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων (Ευρώπη, Ασία, Αφρική) και χάρη στα λιμάνια και στα χιλιάδες νησιά της είναι ο σημαντικότερος θαλάσσιος κόμβος της Μεσογείου και της Ευρασίας γενικότερα. 
Η γεωπολιτική και γεωστρατηγική σημασία της Ελλάδας, ιδρυτικό μέλος του ΝΑΤΟ από το 1952, είναι γνωστή από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου και δεν υποτιμάται από τους Ευρωπαίους, και ειδικά από τους Αμερικανούς, που διαθέτουν στη Σούδα της Κρήτης τη μεγαλύτερη ναυτική τους βάση στη Μεσόγειο. 
Αυτή η γεωπολιτική υπεραξία της Ελλάδας, όχι μόνο δε μειώθηκε κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, αλλά αυξήθηκε κιόλας λόγω της γενικότερης αστάθειας στη Μέση Ανατολή, στη βόρεια Αφρική, στην Ουκρανία, στα Βαλκάνια και της προσφυγικής κρίσης στην αντιμετώπιση της οποίας  η χώρα έπαιξε καθοριστικό ρόλο, απολαμβάνοντας Δυτική προστασία και γεωπολιτική σταθερότητα. Όλα αυτά είναι γνωστά στην Κίνα, που επιλέγει να επενδύει στρατηγικά και μακροπρόθεσμα και όχι ευκαιριακά.
Στην επιλογή της Ελλάδας ως κύρια πύλη της Κίνας προς τη Δύση έπαιξε σημαντικό ρόλο το γεγονός πως ο ελληνόκτητος στόλος είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο με 5.000 μεγάλα πλοία (άνω των 1.000 Dwt), που μεταφέρουν από κοντέινερ μέχρι πετρέλαιο και υγροποιημένο αέριο και γενικώς διακινούν ετησίως περίπου το 20% του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου. 
Ως γνωστόν το 85% του παγκόσμιου εμπορίου της Κίνας διακινείται μέσω θαλάσσης και από αυτό σχεδόν το 50% διακινείται με πλοία ελληνικών συμφερόντων, μεγάλος αριθμός των οποίων κατασκευάστηκαν σε κινεζικά ναυπηγεία. Έτσι το συμφέρον είναι αμοιβαίο και συμπληρωματικό. Οι Έλληνες εφοπλιστές κατασκευάζουν με ανταγωνιστικές τιμές τα τεράστια νέα πλοία τους στα κινεζικά ναυπηγεία, παίρνοντας μάλιστα και χαμηλότοκα δάνεια από κινεζικές τράπεζες, και ως ανταπόδοση προσφέρουν στις κινεζικές επιχειρήσεις το χαμηλότερο δυνατόν κόστος μεταφοράς των εμπορευματοκιβωτίων τους, τμήμα των οποίων καταλήγει και στην Ευρώπη μέσω πλέον του Πειραιά. 
Χρησιμοποιώντας ως βάση της τον Πειραιά, ακριβώς απέναντι από το κανάλι του Σουέζ, μια κινεζική επιχείρηση από τη Σαγκάη (ένα πλοίο χρειάζεται 28 ημέρες για να φθάσει από τη Σαγκάη στον Πειραιά) θα μπορεί να στείλει μέσω Βαλκανίων ένα κοντέινερ με εμπορεύματά της π.χ. στο Βερολίνο, γλιτώνοντας 7-10 ημέρες που θα έκανε ένα πλοίο για να κάνει τον περίπλου της Μεσογείου και να καταλήξει στο λιμάνι του Αμβούργου. Το κέρδος σε χρόνο παράδοσης και κόστος μεταφοράς και καυσίμων είναι πολύ σημαντικό και μακροπρόθεσμα θα αποφέρει κέρδη δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ.
Οι κινέζικες επιχειρήσεις έχουν τα κεφάλαια και την τεχνογνωσία, ενώ η Ελλάδα, καθώς ανακάμπτει, έχει πολλές ευκαιρίες και διψά για επενδύσεις και θέσεις εργασίας. Είναι ο γεωπολιτικός και οικονομικός ρεαλισμός που ρίχνει την Ελλάδα στην αγκαλιά της Κίνας. Στο φιλόδοξο κινεζικό σχέδιο “one belt, one road” η Ευρώπη είναι εκείνη που αποτελεί το τέλος αυτού του νέου Δρόμου του Μεταξιού και η Ελλάδα κατέχει κομβικό ρόλο στην όλη διαδρομή.
ΔΥΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
Όλη αυτή η κινεζική οικονομική διείσδυση στην Ελλάδα ανησύχησε την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ειδικά το Βερολίνο. Θορύβησε και τις ΗΠΑ, που βλέπουν έναν παραδοσιακό τους σύμμαχο στη Μεσόγειο να πέφτει αναίμακτα στην αγκαλιά ενός σημαντικού οικονομικού ανταγωνιστή και πιθανόν μελλοντικού εχθρού τους στον αγώνα για παγκόσμια κυριαρχία. Τελευταία όλο και πληθαίνουν τα δημοσιεύματα στον ευρωπαϊκό και αμερικανικό τύπο, που επικρίνουν τις Βρυξέλλες, το Βερολίνο και την Ουάσιγκτον, που τιμώρησαν με λιτότητα και αδιαφόρησαν για την Ελλάδα, δίνοντας έτσι την ευκαιρία και το χώρο στην Κίνα να επενδύσει στη χώρα και να επεκταθεί μέσω του Πειραιά στις αγορές της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης.
Αυτό προκάλεσε και την αντίδραση της Άγκελα Μέρκελ, η οποία σε συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό Wirtschafts Woche, είπε αναφορικά με την σύναψη ισχυρών δεσμών με την Κίνα πως “η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να ενεργεί ως ένα ενιαίο μπλοκ” στέλνοντας μήνυμα τόσο προς την Ελλάδα όσο και άλλες χώρες που επιδιώκουν αύξηση των εμπορικών τους σχέσεων με το Πεκίνο. 
Η Μέρκελ παρουσιάστηκε ιδιαίτερα προβληματισμένη για την πίεση που ασκεί η Κίνα σε αδύναμες οικονομικά χώρες όπως η Ελλάδα, καθώς, όπως δήλωσε, “η ισορροπία έτσι μετατοπίζεται”. Προς αυτό συνηγορεί και το “μπλόκο” που έβαλε στις 18 Ιουνίου του 2017 η Ελλάδα σε κείμενο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που επρόκειτο να κατατεθεί στον ΟΗΕ και το οποίο κατέκρινε την Κίνα για τις πρακτικές της σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα. 
Η Αθήνα στη συγκεκριμένη δήλωση, ενώ έκανε λόγο για “μη εποικοδομητική κριτική στην Κίνα”, εκτιμώντας πως θα ήταν πιο ουσιώδες να λάβουν χώρα ξεχωριστές συνομιλίες των Βρυξελλών με το Πεκίνο εκτός του πλαισίου του ΟΗΕ. Αντίστοιχα “μπλόκα” σε δηλώσεις της Ε.Ε. για την Κίνα έχει βάλει κατ’ επανάληψη και η Ουγγαρία, όπου επίσης έχουν γίνει αρκετές κινεζικές επενδύσεις. Το συμπέρασμα είναι πως οι κινεζικές επενδύσεις δεν αποφέρουν μόνον οικονομικά οφέλη στο Πεκίνο αλλά και πολιτικά.
Στα τέλη Αυγούστου του 2017 η Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία, σε μια προσπάθεια να μπλοκάρουν την οικονομική επέλαση της Κίνας, ζήτησαν από την Κομισιόν να ενισχύσει το ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο που επιτρέπει στα κράτη-μέλη να εμποδίζουν την εξαγορά στρατηγικών ευρωπαϊκών εταιρειών από ξένους επενδυτές.
“Συναγερμός” σχετικά με την κινεζική οικονομική διείσδυση στην Ελλάδα έχει σημάνει και στην Ουάσιγκτον καθώς το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν και τα αμερικανικά δημοσιεύματα σχετικά με τις κινήσεις της Κίνας και τη συνεργασία της με την Ελλάδα. Η Αμερική που μεταπολεμικά, χάρη στο ΝΑΤΟ και στο σχέδιο Μάρσαλ, είχαν μεγάλη επιρροή στην Ελλάδα, έχουν πάψει πλέον να είναι τόσο ελκυστικές. Ωστόσο το ενδιαφέρον τους για την Ελλάδα, γεωπολιτικό και οικονομικό, παραμένει μεγάλο.
 Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Εθνικής Ασφαλιστικής. Μόλις οι ΗΠΑ ενημερώθηκαν για το ενδιαφέρον της κινεζικής Fosun να εξαγοράσει την εταιρεία, ο υπουργός Εμπορίου, Γουίλμπουρ Ρος, έσπευσε να παρέμβει για να “σπρώξει” τη συμφωνία με την ελληνοαμερικανική κοινοπραξία, Calamos Investments, η οποία τελικά προχώρησε και στην εξαγορά. Ο Ρος με επιστολή του προς τον Έλληνα υπουργό Οικονομίας Δημήτρη Παπαδημητρίου του ζητούσε να εξετάσει την πρόταση της Calamos σημειώνοντας με νόημα πως “θα μπορούσε να είναι η αρχή περισσότερων επενδύσεων στην Ελλάδα”. 
Από την πλευρά τους οι οικονομολόγοι του CNBC συμβουλεύουν τους επενδυτές “να μην αποκλείουν την Ελλάδα” από τις επενδύσεις τους, καθώς η χώρα ανακάμπτει, η Κίνα έχει βάλει ήδη το πόδι της και όσες ευκαιρίες εμφανίζονται σπεύδει πρώτη για να τις εκμεταλλευτεί αφήνοντας τις Δυτικές επιχειρήσεις τα αποφάγια.
Για την ώρα η Ελλάδα και η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει και να “κάνει παιχνίδι” με όλες τις πλευρές με στόχο να προσελκύσει κεφάλαια για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Άλλωστε κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει μια υπερχρεωμένη χώρα, που υπέφερε τόσο πολύ και για τόσα χρόνια από την οικονομική κρίση, επειδή διψά για επενδύσεις, ανάπτυξη και θέσεις εργασίας. Αντί να υποβάλλει την Ελλάδα και το λαό της στο μαρτύριο της μακροχρόνιας λιτότητας ίσως η Ευρώπη θα έπρεπε να κάνει και η ίδια αυτό που κάνει επί χρόνια η Κίνα: να επενδύσει στην ανάπτυξη και στην αύξηση της παραγωγικότητας στην Ελλάδα λύνοντας έτσι και το πρόβλημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Σημείωση: Οι φωτογραφίες είναι του Γ. Στάμκου από την συμμετοχή της Κίνας ως τιμώμενης χώρας στην 82η ΔΕΘ.
* Ο Γιώργος Στάμκος (stamkos@post.com) είναι συγγραφέας και δημιουργός του ΖΕΝΙΘ   (www.zenithmag.wordpress.com)